Η αποβολή είναι ένα γεγονός, το οποίο μπορεί να συμβεί σε οποιαδήποτε γυναίκα χωρίς να επηρεάσει μια μελλοντική κύηση. Όταν, όμως, μια γυναίκα αποβάλλει τρεις ή περισσότερες φορές, τότε πρόκειται για τη λεγόμενη «καθ’ έξιν αποβολή» και πρέπει να αναζητηθούν τα αίτια για να μπορέσει να προχωρήσει σε μια ολοκληρωμένη εγκυμοσύνη. Πλέον, βέβαια, οι γυναίκες μπαίνουν συνήθως σε διαδικασία ελέγχου ήδη από τη δεύτερη ή πολλές φορές, ακόμα και την πρώτη τους αποβολή. Τα συμπτώματα που πρέπει να μας οδηγήσουν στον γιατρό είναι η αιμορραγία (μικρή ή μεγάλη) και ο πόνος στην κοιλιά ή -κατά τις πρώτες εβδομάδες της κύησης- η παύση των συμπτωμάτων της αρχόμενης εγκυμοσύνης (π.χ. το στήθος δεν είναι πια πρησμένο, δεν έχουμε πρωινές ζαλάδες κ.λπ.). Στην περίπτωση αποβολής, το έμβρυο και ο πλακούντας αποβάλλονται από τη μήτρα με αιμορραγία και πόνο τις περισσότερες φορές. Υπάρχει, όμως, πιθανότητα σε προχωρημένη κύηση (π.χ. μετά την 8η εβδομάδα) να σταματήσει να χτυπάει η καρδιά του εμβρύου χωρίς να το αντιληφθεί η γυναίκα και χωρίς το έμβρυο να αποβληθεί. Η περίπτωση αυτή λέγεται «παλίνδρομος κύηση» και η γυναίκα πρέπει να υποβληθεί σε ¨καθαρισμό¨ μήτρας (απόξεση) προκειμένου να καθαριστεί το εσωτερικό της μήτρας και να μην υπάρξει κίνδυνος φλεγμονής που μπορεί να επηρεάσει και επόμενη εγκυμοσύνη. Οι παλίνδρομες κυήσεις συμβαίνουν σε ποσοστό 25% συνολικά των αποβολών.
Ερευνώντας τις αιτίες
Χρωμοσωμικές ανωμαλίες
Αφορούν το 30-57% των αποβολών. Η πιθανότητα μεγαλώνει όσο μεγαλύτερη είναι η γυναίκα. Το έμβρυο παρουσιάζει χρωμοσωμικές ανωμαλίες, επομένως δεν είναι βιώσιμο και η φύση προνοεί και το απορρίπτει. Στην πλειονότητα των περιπτώσεων, παρουσιάζονται χρωμοσωμικές ανωμαλίες του γενετικού υλικού και μόνο σε ένα πολύ μικρό ποσοστό των ζευγαριών (2-5% παγκοσμίως) ένας από τους δύο ή και οι δύο σύντροφοι φέρουν μια χρωμοσωμική ανωμαλία η οποία μεταφέρεται στο έμβρυο. Οι αποβολές που οφείλονται σε τέτοιους παράγοντες συμβαίνουν συνήθως νωρίς μετά τη σύλληψη, μέχρι την 8η-9η εβδομάδα της κύησης.
Αν ο γιατρός υποπτεύεται χρωμοσωμικές ανωμαλίες, θα συστήσει να γίνει μια ειδική εξέταση αίματος (καρυότυπος), τόσο από τη μητέρα όσο και από τον πατέρα.
Προχωρημένη αναπαραγωγική ηλικία
Όσο μεγαλύτερη σε ηλικία είναι μια γυναίκα όταν μένει έγκυος, τόσο αυξάνεται ο κίνδυνος αποβολής. Μετά τα 35, και ακόμα περισσότερο μετά τα 40, τα ωάρια της γυναίκας είναι ¨γερασμένα¨, γεγονός που σχετίζεται με αυξημένες πιθανότητες εμφάνισης χρωμοσωμικών ανωμαλιών. Επίσης αυξημένες πιθανότητες αποβολής έχουν και τα ζευγάρια όταν ο πατέρας είναι μεγαλύτερος από 40 ετών.
Σωματικό Βάρος
Η παχυσαρκία αυξάνει τον κίνδυνο αποβολών.
Ανατομικά προβλήματα
Για να πάει καλά και να ολοκληρωθεί επιτυχώς μια εγκυμοσύνη, είναι σημαντικό να εμφυτευτεί φυσιολογικά το έμβρυο στη μήτρα. Αυτό όμως, δεν μπορεί να συμβεί αν υπάρχει κάποιο ανατομικό πρόβλημα στην περιοχή. Τέτοιου είδους προβλήματα έχουν το 2-38% των γυναικών. Για παράδειγμα, μια συγγενής ανατομική ανωμαλία της μήτρας (π.χ. η μήτρα χωρίζεται στα δύο – δίκερως, δίδελφυς) δεν επιτρέπει στο έμβρυο να αναπτυχθεί λόγω έλλειψης χώρου. Ενας κατασκευαστικά χαλαρός τράχηλος δεν είναι σε θέση να συγκρατήσει το έμβρυο μέσα στη μήτρα. Μεγάλα ινομυώματα ή ινομυώματα που θα μεγαλώσουν στη διάρκεια της κύησης δημιουργούν προβλήματα στην ανάπτυξη του εμβρύου επειδή του περιορίζουν τον χώρο. Συμφύσεις μέσα στη μήτρα εμποδίζουν την εμφύτευση του εμβρύου. Στην περίπτωση που ευθύνονται ανατομικοί παράγοντες, όπως οι παραπάνω, η κάθε περίπτωση αντιμετωπίζεται ξεχωριστά (π.χ. στην περίπτωση χαλαρού τραχήλου γίνεται περίδεση).
Η εξέταση που δείχνει το κατά πόσον υπάρχουν ανατομικά προβλήματα είναι συνηθέστερα το υπερηχογράφημα και η υστεροσαλπιγγογραφία.
Αντιφωσφολιλπιδικό σύνδρομο – Ανοσολογικές διαταραχές
Όταν ένα ξένο σώμα εισέρχεται στο σώμα μας, ο οργανισμός μας το αντιμετωπίζει ¨εχθρικά¨, με στόχο να το αποβάλει. Στην περίπτωση, όμως, του γονιμοποιημένου ωαρίου (το οποίο θεωρείται ξένο σώμα, αφού περιέχει στοιχεία και από τον πατέρα), συνήθως ο οργανισμός της μητέρας δέχεται το μήνυμα να μην το εκλάβει ως κάτι ξένο και επομένως η εγκυμοσύνη προχωρά κανονικά. Αυτό μπορεί να μη συμβεί όταν συγκεκριμένα αντισώματα (αντιφωσφολιπιδικά) ή αντισώματα παθήσεων της μητέρας (π.χ. αυτοάνοσα νοσήματα όπως η θυρεοειδίτιδα) επιτίθενται στο έμβρυο με αποτέλεσμα την αποβολή. Τα αυτοάνοσα προβλήματα φαίνεται να ευθύνονται σε μεγάλο βαθμό για τις επαναλαμβανόμενες αποβολές. Περίπου 15% των γυναικών με επαναλαμβανόμενες αποβολές έχουν αντιφωσφολιπιδικό σύνδρομο.
Γυναικολογικές λοιμώξεις
Οποιαδήποτε σοβαρή λοίμωξη μικροβιακή ή ιογενής μπορεί να προκαλέσει αποβολή.
Τοξόπλασμα, Κυτταρομεγαλοϊός, Έρπης, Ερυθρά, Λιστέρια και άλλες Ιογενείς λοιμώξεις ευθύνονται κάποιες φορές για αποβολές.
Φυσιολογικά, στη χλωρίδα των γεννητικών οργάνων υπάρχουν μικροοργανισμοί οι οποίοι δεν δημιουργούν προβλήματα στην υγεία μας. Ωστόσο, είναι πιθανό ανάμεσά τους να βρίσκονται και ορισμένα παθογόνα βακτήρια, όπως είναι π.χ. το μυκόπλασμα, το ουρεόπλασμα και τα χλαμύδια, που διαταράσσουν την ανοσολογική ισορροπία του κόλπου, προκαλούν βακτηριδιακή κολπίτιδα και επομένως ενοχοποιούνται για αποβολές πρώτου και δεύτερου τριμήνου, αφού επηρεάζουν το γενετικό υλικό, το ενδομήτριο και το μυομήτριο και δεν αφήνουν το έμβρυο να αναπτυχθεί.
Ακόμα και η παρουσία μη παθογόνων βακτηρίων είναι πιθανό να επηρεάσει την ανοσολογική ισορροπία του κόλπου, γι’ αυτό είναι σημαντικό να γίνεται μια καλλιέργεια κόλπου-τραχήλου σε όλες τις γυναίκες πριν μείνουν έγκυες, ακόμα και αν δεν έχουν αποβολές στο ενεργητικό τους.
Θρομβοφιλία
Η κύηση φυσιολογικά αποτελεί από μόνη της μια θρομβοφιλική κατάσταση, αφού αυξάνει την πηκτικότητα του αίματος. Ωστόσο σε κάποιες περιπτώσεις είναι πιθανό να προκληθούν παθολογικές θρομβώσεις στα τριχοειδή αγγεία του πλακούντα του εμβρύου, με αποτέλεσμα να μην προχωράει η κύηση (ή να οδηγεί στη γέννηση μωρών με χαμηλό βάρος). Επιπλέον, υπάρχουν και οι κληρονομικές καταστάσεις που αφορούν κάποια δυσλειτουργία στη διαδικασία πήξης του αίματος της μητέρας (μπορεί να το γνωρίζει ή να το ανακαλύψει μετά από επαναλαμβανόμενες αποβολές).
Σε αυτές τις περιπτώσεις, λαμβάνεται ειδική θεραπεία (ασπιρίνη, χαμηλού μοριακού βάρους ηπαρίνη), σε συνεργασία πάντα με ειδικό αιματολόγο.
Ενδοκρινολογικοί – Ορμονικοί παράγοντες
Ο Διαβήτης και η Θυρεοειδοπάθεια αποτελούν παράγοντες κινδύνου για αποβολές. Είναι σκόπιμο λοιπόν, να ελέγχονται οι γυναίκες που επιθυμούν να μείνουν έγκυες και να επαναλαμβάνουν τον έλεγχο στην αρχή κάθε εγκυμοσύνης.
Γυναίκες με πολυκυστικές ωοθήκες έχουν αυξημένο κίνδυνο για αποβολές, χωρίς ακόμη να γνωρίζουμε τον ακριβή μηχανισμό.
Ωοθηκική ανεπάρκεια – Οι ωοθήκες ορισμένων γυναικών δεν είναι σε θέση να παράγουν προγεστερόνη (απαραίτητη κατά την κύηση), με αποτέλεσμα να παρουσιάζεται αιμορραγία ή πόνος στην κοιλιά κατά την εξέλιξη της εγκυμοσύνης η οποία οδηγεί σε αποβολή. Σε απώλεια του εμβρύου μπορεί να οδηγήσει και η αυξημένη προλακτίνη που εμφανίζουν ορισμένες γυναίκες.
Στις περιπτώσεις έλλειψης προγεστερόνης, χορηγείται στη γυναίκα η συγκεκριμένη ορμόνη μέχρι να δημιουργηθεί ο πλακούντας (9η-12η εβδομάδα κύησης). Στην περίπτωση αυξημένης προλακτίνης, χορηγείται και πάλι προγεστερόνη.
Τρόπος ζωής
Συνήθειες όπως το κάπνισμα, η κατανάλωση αλκοόλ, μεγάλη κατανάλωση καφεΐνης και φυσικά ναρκωτικών ουσιών έχουν ενοχοποιηθεί για αποβολές αλλά και για γέννηση μωρού με χαμηλό βάρος.
Οι απαραίτητες εξετάσεις
Στην περίπτωση που μια γυναίκα αποβάλει περισσότερες από 2 φορές, πρέπει να επισκεφτεί τον γιατρό της και να ακολουθήσει τα παρακάτω βήματα:Λήψη αναλυτικού ιστορικού: Περιλαμβάνει οικογενειακό ιστορικό, γυναικολογικό, μαιευτικό και όταν υπάρχει η δυνατότητα και ιστορικό του εμβρύου που χάθηκε. Είναι το πιο σημαντικό βήμα, γιατί μια μικρή λεπτομέρεια μπορεί να καθοδηγήσει τον γιατρό προς τη σωστή διάγνωση του προβλήματος.
Πλήρης κλινική εξέταση
Υπερηχογραφικός έλεγχος
Υστεροσαλπιγγογραφία
Αιματολογικός και βιοχημικός έλεγχος, καλλιέργεια κολπικού υγρού, εξετάσεις θυρεοειδούς και πλήρης ορμονικός έλεγχος
Ανοσολογικός έλεγχος της μητέρας
Γονιδιακός και βιοχημικός έλεγχος πηκτικότητας της μητέρας (θρομβοφιλία)
Αν ο γιατρός υποψιάζεται ότι η αιτία των αποβολών είναι χρωμοσωμική που οφείλεται σε κληρονομικότητα, συστήνει μια ειδική εξέταση αίματος, τόσο για τη γυναίκα όσο και για τον άνδρα (καρυότυπος του ζεύγους).
Αν υπάρχει η υποψία χρωμοσωμικής ανωμαλίας του εμβρύου καλό είναι να ζητηθεί να γίνει καρυότυπος προϊόντων αποβολής για να ελέγξουμε κατά πόσο ήταν φυσιολογικά τα χρωμοσώματα του εμβρύου που αποβλήθηκε.
Επίσης πολλές φορές μπορεί να χρειαστεί Λαπαροσκόπηση ή/και Υστεροσκόπηση για να καθοριστεί η αιτία.
Ωστόσο πρέπει να γίνει κατανοητό ότι σε ένα μεγάλο ποσοστό αποβολών (50-75%) δεν βρίσκεται κάποια αιτία και η γυναίκα θα έχει μια επόμενη τελειόμηνη εγκυμοσύνη σε ποσοστό πάνω από 90%
Είναι σημαντικό να έχετε θετική σκέψη και να απευθύνεστε σε ιατρούς, τηρώντας ευλαβικά τις οδηγίες που σας δίνουν και να είστε βέβαιες ότι η επιθυμητή εγκυμοσύνη σίγουρα θα έρθει.
Ανδρέας Κόμης-Μαιευτήρας Γυναικολόγος