8 μύθοι για τη μαστογραφία

0
386

Η μαστογραφία θεωρείται η καθοριστική εξέταση για τη διάγνωση του καρκίνου του μαστού. Παρόλο που είναι υποχρεωτική σε ετήσια βάση για όλες τις γυναίκες που έχουν περάσει την ηλικία των σαράντα ετών, το ποσοστό των γυναικών που δεν έχουν κάνει μαστογραφία ή δεν τηρούν την ετήσια επανάληψή της είναι, και στη χώρα μας, αρκετά υψηλό. Που οφείλεται αυτό; Σε άγνοια κινδύνου, φοβία, παραπληροφόρηση ή, συχνά, λάθος πληροφόρηση. Τον τελευταίο χρόνο δημοσιεύσεις επιτείνουν τη σύγχυση εμφανίζοντας αντικρουόμενες απόψεις σχετικά με τη χρησιμότητα της μαστογραφίας. Άλλοτε την εξυψώνουν σε κορυφαίο μέσο πρόληψης και άλλοτε την καταδικάζουν ως ελάχιστα χρήσιμη εξέταση ή ακόμα και ως επικίνδυνη. Αμφισβητείται εντόνως η ηλικία στην οποία πρέπει να αρχίσει η γυναίκα την εφαρμογή της, η ηλικία στην οποία πρέπει να την σταματήσει, αλλά και η συχνότητα επανάληψής της. Όλες αυτές οι διαμετρικά αντίθετες απόψεις δημιουργούν σύγχυση, αγωνία και, κυρίως, αποπροσανατολίζουν το κοινό από το βασικό στόχο: την ανάληψη της ευθύνης για το θέμα της υγείας μας.

Αναλογική και ψηφιακή μαστογραφία είναι ίδια εξέταση. ΛΑΘΟΣ

Η κλασική – αναλογική μαστογραφία είναι μια μέθοδος ανίχνευσης στην οποία το μέσο διαγνωστικής απεικόνισης είναι το παραδοσιακό φιλμ. Η ψηφιακή μαστογραφία είναι σαφώς πιο εξελιγμένος τρόπος διαγνωστικής απεικόνισης που επιτυγχάνεται μέσω ψηφιακού ανιχνευτή συνδεδεμένου με ηλεκτρονικό υπολογιστή. Η ψηφιακή μαστογραφία αποτελεί την ενδεδειγμένη ιατρικά μέθοδο για τις νεαρές γυναίκες, τις γυναίκες με πυκνούς μαστούς καθώς επίσης και εκείνες που φέρουν προθέματα σιλικόνης. Τους δυο τρόπους μαστογραφικής εξέτασης χωρίζει μια τεχνολογική γενιά. Με ελάχιστα υψηλότερη οικονομική επιβάρυνση, η ψηφιακή μαστογραφία προσφέρει σημαντικότατα πλεονεκτήματα: Μεγαλύτερη ευκρίνεια στην καταγραφή, χρήση χαμηλότερης ακτινοβολίας και, το σημαντικότερο, μεγαλύτερη αξιοπιστία στο διαγνωστικό αποτέλεσμα.

Η πρώτη μαστογραφία γίνεται στα 50. ΛΑΘΟΣ.

Η εμφάνιση καρκίνου του μαστού αυξάνεται αναλογικά με την ηλικία όμως στις μικρότερες ηλικίες η συμπεριφορά του τείνει να είναι περισσότερη επιθετική. Έτσι είναι προτιμότερο η πρώτη μαστογραφία να γίνεται μεταξύ 35-37 ετών και ονομάζεται μαστογραφία «αναφοράς». Εφόσον δεν υπάρχει κάποιο μαστογραφικό εύρημα η επόμενη μαστογραφία γίνετε στην ηλικία των 40 ετών. Από την ηλικία αυτή αρχίζει ο τακτικός μαστογραφικός έλεγχος που επαναλαμβάνεται κάθε χρόνο.

Οι μαστογραφίες μου μέχρι τώρα ήταν καλές. Θα σταματήσω να κάνω κάθε χρόνο και θα κάνω κάθε 2 χρόνια. ΛΑΘΟΣ.

Το γεγονός ότι σήμερα έχουμε καλές εξετάσεις δεν σημαίνει ότι θα είναι το ίδιο και σε ένα έτος. Μία κακοήθεια μπορεί να εμφανιστεί και μέσα σε 6 μήνες από την τελευταία μαστογραφία. Είναι προτιμότερο να βρούμε μία βλάβη σε πολύ μικρό μέγεθος και σε πρώιμο στάδιο. Αυτό σημαίνει πρόληψη και αυτό πετυχαίνεται με τον ετήσιο έλεγχο με μαστογραφία.

Είμαι 40 χρονών και δεν έχω οικογενειακό ιστορικό καρκίνου του μαστού. Άρα, δεν χρειάζεται να κάνω συχνά μαστογραφία. ΛΑΘΟΣ.

Ο κληρονομικός καρκίνος του μαστού αφορά ποσοστό γυναικών μικρότερο από 20%. Το 80% των καρκίνων αποτελούν πρωτοεμφανιζόμενες περιπτώσεις σε μία οικογένεια που ονομάζονται «σποραδικοί» καρκίνοι. Γι αυτόν το λόγο κάθε γυναίκα θα πρέπει να υποβάλλεται σε τακτικό μαστογραφικό έλεγχο.

Διάβασα ότι δεν είναι απαραίτητη η μαστογραφία στην πρόληψη του καρκίνου του μαστού γιατί τελικά δεν αυξάνεται η επιβίωση των γυναικών που ανακαλύπτουν τον καρκίνο με μαστογραφία. ΛΑΘΟΣ.

Η μαστογραφία ανακαλύπτει σε ποσοστό μέχρι και 90% πολύ μικρούς καρκίνους που θα γίνουν ψηλαφητοί μετά από 2 χρόνια. Αποτελεί την μοναδική εξέταση που μπορεί να αναγνωρίσει τις μικροαποτιτανώσεις. Οι μικροαποτιτανώσεις είναι εναποθέσεις αλάτων ασβεστίου που όταν εμφανίζουν ένα συγκεκριμένο μέγεθος, μορφολογία και κατανομή σχετίζονται με αρχόμενο, μη διηθητικό καρκίνο του μαστού. Η διάγνωση και η χειρουργική εξαίρεση μιας τέτοιας βλάβης είναι εξαιρετικά σημαντική καθώς γλιτώνει τις γυναίκες από τη δημιουργία ενός διηθητικού καρκίνου, την προφυλακτική χορήγηση χημειοθεραπευτικών φαρμάκων ενώ, συγχρόνως, μηδενίζει τον κίνδυνο των μεταστάσεων.

Παρόλο που η εμφάνιση καρκίνου του μαστού αυξάνεται σε ποσοστά ωστόσο ολοένα αυξάνεται ο αριθμός των γυναικών που επιβιώνουν από την νόσο. Ένας από τους σημαντικότερους παράγοντες που συντέλεσαν σε αυτό είναι η ευαισθητοποίηση των γυναικών μέσα από τα μέσα ενημέρωσης και από τους διάφορους φορείς για την πραγματοποίηση τακτικών μαστογραφικών ελέγχων. Όσο πιο νωρίς ανακαλύψουμε τον καρκίνο τόσο πιο εύκολη και αποτελεσματική είναι η θεραπεία του. Σήμερα γνωρίζουμε ότι η μαστογραφία μείωσε σε ποσοστό 15% τη θνησιμότητα από καρκίνο του μαστού σε γυναίκες που διανύουν την δεκαετία των 40και 20% στις γυναίκες μεγαλύτερης ηλικίας.

Φοβάμαι να κάνω μαστογραφία, είναι επικίνδυνη, έχει ακτινοβολία η οποία μπορεί να προκαλέσει καρκίνο στον μαστό. ΛΑΘΟΣ.

Από το 1.000.000 των γυναικών που υποβάλλονται σε προληπτικό μαστογραφικό έλεγχο:
18.000 γυναίκες θα διαγνωστούν έγκαιρα και θα θεραπευτούν ενώ μόνο 6 γυναίκες «μπορεί» να εμφανίσουν καρκίνο του μαστού σε 10-15 έτη λόγω της δόσης της ακτινοβολίας (0,1-0,3rads). Η σχέση όφελος/κίνδυνος ισούται με 875/1.

Είμαι 75 χρονών και δεν χρειάζεται να κάνω πια μαστογραφία. ΛΑΘΟΣ.

Παρόλο που η μαστογραφία δεν συνιστάται σε γυναίκες 75 ετών και άνω φαίνεται ότι τελικά ότι υπάρχει όφελος και σε αυτή την ομάδα. Η διάγνωση καρκίνου του μαστού σε γυναίκες ηλικίας πάνω από 75 ετών αυξήθηκε με τη μαστογραφία από 49% σε 70%. Οι περισσότεροι καρκίνοι που ανιχνεύτηκαν με τη μαστογραφία ήταν σταδίου Ι (62%) ενώ οι καρκίνοι που ανακαλύφτηκαν από τον ίδιο τον ασθενή ή τον κλινικό γιατρό ήταν κυρίως σταδίου ΙΙ και ΙΙΙ (59%). Αυτό σημαίνει ότι περισσότερες ηλικιωμένες γυναίκες βρέθηκαν με πρώιμο καρκίνο του μαστού , υποβλήθηκαν σε μικρότερο χειρουργείο αποφεύγοντας την μαστεκτομή και αρκετές από αυτές δεν χρειάστηκε να λάβουν χημειοθεραπεία και να υποστούν τις τοξικές συνέπειες της. Επιπλέον αυξήθηκε σημαντικά η επιβίωση από καρκίνο του μαστού σε αυτή την ηλικιακή ομάδα.

Έκανα μαστογραφία και ήταν καλή γι’ αυτό και δεν χρειάζεται να πάω στον γιατρό. ΛΑΘΟΣ!

Ακόμα και στην ψηφιακή μαστογραφία που έχει μεγάλη ευκρίνεια και ευαισθησία ένα ποσοστό καρκίνων που κυμαίνεται από 8% μέχρι και 30% μπορεί να μην διαγνωστεί. Άλλοτε ευθύνεται η πυκνότητα του μαζικού ιστού και η επιπροβολή ακτινοσκιερών στοιχείων που μπορεί να κρύψουν μία βλάβη. Άλλοτε ευθύνεται ο ακτινοδιαγνώστης που έχει μικρή ή καθόλου εμπειρία και δεν μπορεί να αξιολογήσει σωστά τα ευρήματα μιας μαστογραφίας. Έτσι λοιπόν μία απεικονιστική εξέταση δεν αρκεί για να θέσει τη διάγνωση. Απαραίτητη και αναγκαία είναι η κλινική εξέταση από γιατρό εξειδικευμένο στις παθήσεις του μαστού. Ο κλινικός γιατρός είναι αυτός που παίρνει την ευθύνη της παρακολούθησης των γυναικών συναξιολογώντας την κλινική εικόνα με τις απεικονιστικές εξετάσεις. Ο κλινικός γιατρός θα δώσει μία σαφή διάγνωση, θα συμβουλέψει και θα προσφέρει επιστημονική πληροφόρηση για τους τρόπους πρόληψης σύμφωνα με το οικογενειακό ιστορικό και τον τρόπο ζωής της κάθε γυναίκας.

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ